δρασσωδίδες

δρασσωδίδες
οι
ζωολ. βλ. δρασσίδες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • δρασσίδες — και δρασσωδίδες, οι ζωολ. οικογένεια αραχνοειδών που περιλαμβάνει αράχνες μέτριου μεγέθους με ωοειδές σώμα, πλατύ κεφαλοθώρακα και μάτια σε δύο ευθείες γραμμές …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”